Σε περιόδους σκληρής δοκιμασίας του ελληνισμού, όπως η σημερινή, είναι όχι αναγκαία, αλλά επιβεβλημένη η επισκόπηση των μεγάλων στιγμών της ιστορίας του.
Ο μεγάλος μας ποιητής Κωστής Παλαμάς θέλοντας το 1940 να εμψυχώσει το έθνος σε παλλαϊκό ξεσηκωμό κατά του γερμανοϊταλικού φασισμού συνέθεσε τους ανεπανάληπτους στίχους ” Αυτό το λόγο θα σας πω, δεν έχω άλλον κανένα. Μεθύστε με το αθάνατο κρασί του Εικοσιένα”. Ο ελληνικός λαός τότε ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα κι έγραψε άλλη μια λαμπρή σελίδα στην ένδοξη ιστορία του.
Η αναφορά του ποιητή στην επανάσταση του 21 δεν ήταν τυχαία. Συμπυκνώνει σε μια φράση την ιστορική συνέχεια, την κοινή εθνική συνείδηση, την κοινή γλώσσα, την κοινή θρησκεία την κοινή παράδοση, τον ηρωισμό και το μεγαλείο του ελληνισμού. Την διαχρονική προσήλωσή του στις πανανθρώπινες αξίες της ελευθερίας, της ανεξαρτησίας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Και αυτά δεν είναι λόγια. Είναι τεκμηριωμένη ιστορική αλήθεια.
Σε μια εποχή, που η ελληνική επανάσταση δεν διδάσκεται στα ελληνικά πανεπιστήμια και κάποιοι νέο-ιστορικοί συνέλληνες βλασφημούν μιλώντας για ‘’Μύθο του 21’’ είναι ανάγκη να θυμίσουμε ότι το 1821 επρόκειτο για εθνεγερσία. Ξεσηκωμός του ελληνικού έθνους που παρέμεινε αλώβητο καθόλη τη διάρκεια της τουρκοκρατίας μέσα από τη γλώσσα, την ορθόδοξη πίστη, τα ήθη και τα έθιμά του. Αγώνας εθνικοαπελευθερωτικός για την επιτυχία του οποίου πρόσφερε τη ζωή του το ένα τρίτο των ελλήνων του τότε ελλαδικού χώρου. Στα δέκα χρόνια που διήρκεσε η επανάσταση (1821-1829) 800.000 ψυχές σε σύνολο πληθυσμού 2.500.000 κατοίκων, θυσιάστηκαν στο βωμό της εθνικής ανεξαρτησίας.
Αξίζει συνεπώς το κόπο τούτες τις ώρες της εθνικής μνήμης ν’ αναλογιστούμε τις δικές μας ευθύνες απέναντι στην πατρίδα και στις μελλοντικές γενιές. Απότιση δε φόρου τιμής στους μάρτυρες του 21 σημαίνει άντληση διδαγμάτων από τη δική τους μαρτυρία.
Κλείνοντας το παρόν σημείωμα παραθέτω μια από τις 20.000 σελίδες των αυθεντικών πηγών για το 21, που δείχνει ανάγλυφα το μέγεθος του φρονήματος με το οποίο οι προγονοί μας αντιμετώπιζαν πριν 200 χρόνια τις αντιξοότητες και την υπέρτερη ισχύ του αντιπάλου, για να δικαιωθούν τελικά από την ιστορία.
Πρόκειται για την απάντηση του Γιάννη Μακρυγιάννη στο φιλέλληνα Γάλλο ναύαρχο Δεριγνύ, όταν εκείνος σχολίασε πως οι δυνάμεις των Ελλήνων στους Μύλους δεν ήταν αρκετές ν’ αντιμετωπίσουν τη στρατιά του Ιμπραήμ:
Εκεί οπούφκειανα της θέσες εις τους Μύλους ήρθε ο Ντερνύς να με ιδή. Μου λέγει: «Τι κάνεις αυτού; Αυτές οι θέσες είναι αδύνατες· τι πόλεμον θα κάμετε με τον Μπραΐμη αυτού;» Του λέγω: «Είναι αδύνατες οι θέσες κ’ εμείς, όμως είναι δυνατός ο Θεός οπού μας προστατεύει· και θα δείξομε την τύχη μας σ’ αυτές της θέσες της αδύνατες. Κι’ αν είμαστε ολίγοι εις το πλήθος του Μπραΐμη, παρηγοριώμαστε μ’ έναν τρόπον, ότι η τύχη μας έχει τους Έλληνες πάντοτε ολίγους. Ότι αρχή και τέλος, παλαιόθεν και ως τώρα, όλα τα θερία πολεμούν να μας φάνε και δεν μπορούνε· τρώνε από ’μάς και μένει και μαγιά. Και οι ολίγοι αποφασίζουν να πεθάνουν· κι’ όταν κάνουν αυτείνη την απόφασιν, λίγες φορές χάνουν και πολλές κερδαίνουν. Η θέση οπού είμαστε σήμερα εδώ είναι τοιούτη· και θα ιδούμεν την τύχη μας οι αδύνατοι με τους δυνατούς.» «Τρε μπιεν», λέγει κι’ αναχώρησε ο ναύαρχος.
Τελευταία σχόλια