Σαν προχθές στις 11 Γενάρη του 1910 γεννήθηκε ο Νίκος Καββαδίας, ο ποιητής του ατελείωτου ταξιδιού στα απύθμενα βάθη των ωκεανών της ψυχής μας. Μπάρκαρε για πρώτη φορά στα 18 του χρόνια “Μαρκόνης” σε ένα ταξίδι ζωής που ζωντανεύει στα ποιήματα του!
Εικόνες που η δύναμη τους σε ταξιδεύουν στο «Μανδράς, στη Σιγγαπούρ, στ’ Αλγέρι και το Σφαξ…» Ποιήματα που οι μυρωδιές της μουράβιας , της σάρκας με το φτηνό άρωμα, του ψαρόλαδου και της κάπνας των φουγάρων, μπαίνοντας στα ρουθούνια φτιάνουν μορφές αλλόκοτες , όταν το «κουροσίβο» μουσκεύει από ιδρώτα πατόκορφα το κουφάρι και οι κορμοράνοι από ψηλά σου δείχνουν τη στεριά… Ή ακόμα τα μάτια της ψυχής που από τους στίχους εκείνου βλέπουν να «ανάβει» μέσα της, ο «Λύχνος του Αλλαδίνου».
Η έκρηξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου τον αναγκάζει να μείνει στην στεριά, ενώ στέλνεται στο αλβανικό μέτωπο. Στη διάρκεια της Κατοχής, ο Καββαδίας παίρνει μέρος στην ΕΑΜική αντίσταση. Την ίδια ακριβώς περίοδο γίνεται κομματικό μέλος του ΚΚΕ και στη συνέχεια εντάσσεται, στην Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών. Ενεργός λογοτεχνικά, γράφει ποιήματα ορισμένα εξ αυτών αντιστασιακά, με πιο χαρακτηριστικό το ποίημα “Στον τάφο του ΕΠΟΝίτη”. Βαθειά επηρεασμένος από τη μαύρη κατοχή γράφει το ποίημα του “Αθήνα 43”: «Οι δρόμοι κόκκινες γιομάτοι επιγραφές-τρανά την ώρα διαλαλούν την ορισμένη. – Αγέρας πνέει βορεινός απ’ τις κορφές – κι αργοσαλεύουνε στα πάρκα οι κρεμασμένοι…» Στις 6 Οκτώβρη του 45 μπαρκάρει με το πλοίο “Κορινθία”.
Από το 1954 μέχρι και το 1974, ταξιδεύει διαρκώς με πολύ μικρά διαλείμματα. Μέσα στη χρονική αυτή περίοδο, τα πιο σημαντικά γεγονότα στη ζωή του ποιητή αφορούν το θάνατο του πιο μικρού του αδερφού, Αργύρη, το 1957. Η κυκλοφορία στα γαλλικά το 1959 της «Βάρδιας»: «Ένα μήνα την πήδαγε και μόλις χάραζε, ξεκίναγε για τα χτήματα. Κωνσταντή, του ‘πε η Ζαφειριώ ένα μεσημέρι, ξεχνάς κάτι λεφτά κάτου από το προσκέφαλο καθημερινά. Δεν τα ξεχνάω, της αποκρίθηκε. Πληρώνω πάντα τις πουτάνες που κοιμάμαι μαζί τους…»
Σημαντικό και η επανέκδοση του «Μαραμπού» και του «Πούσι» το 1961 από τις εκδόσεις Γαλαξίας: «Λένε για μένα οι ναυτικοί που εζήσαμε μαζί-πως είμαι κακοτράχαλο τομάρι διεστραμμένο-πως τις γυναίκες μ᾿ ένα τρόπον ύπουλο μισώ-κι ότι μ΄ αυτές να κοιμηθώ ποτέ μου δεν πηγαίνω…» Από τις σημαντικότερες ημερομηνίες στη ζωή του, ο θάνατος της μητέρας του το 1965. Ο Καββαδίας ήταν βαθειά πικραμένος για τον τρόπο που τον αντιμετώπισε η γενιά των διανοούμενων του 30 δηλαδή η γενιά του…
Ιδιαίτερα δε ο εκπρόσωπος αυτής της γενιάς, ο Γιώργος Σεφέρης. Ο Καββαδίας αφηγείτο με παράπονο το εξής περιστατικό που συνέβη το 1954. Συγκεκριμένα όταν ο ποιητής εργαζόταν σε “ποστάλι” με πορεία προς την Σμύρνη, τότε ταξίδευε με το καράβι αυτό και ο Γιώργος Σεφέρης. Τόσο κατά την τυπική υποδοχή των ταξιδιωτών από τους αξιωματικούς του πλοίου όπου και ο Καββαδίας, όσο και κατά τη διάρκεια του ταξιδιού στο σαλόνι που φιλοξενούνταν αξιωματικοί και επιβάτες για φαγητό και ψυχαγωγία, ο Σεφέρης όχι μόνο δεν μπήκε καν στο κόπο να χαιρετίσει έστω και με μια απλή τυπική χειραψία τον Καββαδία, αλλά τουναντίον τον απέφυγε συστηματικά γυρίζοντας του την πλάτη. Βλέπεις η ταξική διαφορά παραμένει αγεφύρωτη, εξαφανίζοντας με το «παπιγιόν» της ακόμα και αυτήν την όποια ποιητική ευαισθησία… Από την άλλη η ανάγκη του ποιητή Καββαδία για έναν εγκάρδιο χαιρετισμό, για ένα στιγμιαίο σπάσιμο της «αρμυρής» μοναξιάς του, από έναν ομότεχνο του, ίσως να τον εμπόδισε να κάνει δεύτερες πιο ρεαλιστικές σκέψεις…Όμως άλλο πράγμα οι του Σεφέρη στίχοι: «Στο ηλιόγερμα σπασμένα ξύλα από ταξίδια που δεν τέλειωσαν – σώματα που δεν ξέρουν πια πως ν’ αγαπήσουν…»
Και άλλο ο Πρέσβης σαν γνήσιος συντηρητικά, ψυχρός εκπρόσωπος της τάξης του… Μιας συντηρητικής τάξης που συνειδητά έχει αφήσει έξω από την πόρτα του κορυφαίου πνευματικού ιδρύματος της χώρας τεράστια αναστήματα των ελληνικών γραμμάτων και τεχνών… Όμως η αναγνώριση του ποιητικού έργου του Νίκου Καββαδία από το ευρύ κοινό ήρθε πανηγυρικά όταν αντάμωσε με τις χαρισματικές νότες του συνθέτη Θάνου Μικρούτσικου και όχι μόνο! Τότε το ποιητικό ταξίδι του στους απέραντους ωκεανούς των οριζόντων, απέκτησε μια νέα διάσταση, εκείνης της μαγείας των ήχων… Το 1975, στην Αθήνα, στην κλινική «Άγιοι Απόστολοι» σε ηλικία 65 χρονών , αφήνει την τελευταία του πνοή ύστερα από εγκεφαλικό επεισόδιο και ο ποιητής στεριανός πλέον: «είχε μια κηδεία σαν των πολλών ανθρώπων τις κηδείες…»
Τελευταία σχόλια