Όσο πλησιάζει η ώρα που η κυβέρνηση καλείται ν΄ απαντήσει στο δίλλημα συμβιβασμός ή ρήξη με τους δανειστές, τόσο πολλαπλασιάζονται τα ερωτήματα και διευρύνονται οι παράμετροι που συγκροτούν το κάθε σκέλος του διλλήματος. Τι σημαίνει έντιμος συμβιβασμός; Ποιες υποχωρήσεις θεωρούνται εντός του ιδεολογικού και προγραμματικού λόγου του ΣΥΡΙΖΑ; Με τι είδους συμφωνία δεν παραβιάζονται οι κόκκινες γραμμές που έχει θέσει; Μπορεί η τελική συμφωνία να γίνει αποδεκτή από το σύνολο των βουλευτών των κοινοβουλευτικών ομάδων του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ; Νομιμοποιείται η κυβέρνηση, στο όνομα του ελληνικού λαού να έλθει σε ρήξη με τους ‘’θεσμούς’’ και να οδηγήσει τη χώρα εκτός ευρωζώνης;
Για ν΄ απαντηθούν τα παραπάνω ερωτήματα είναι χρήσιμο να διευκρινιστεί το περιεχόμενο της λαϊκής εντολής που έλαβε ο ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές στις 25 Γενάρη.
Είναι αλήθεια, θεωρώ, κι αυτό το αντιλήφθηκε με ευκρίνεια η πλειοψηφία του λαού, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ τόσο προεκλογικά όσο και μετεκλογικά αποδέχτηκε το πλαίσιο της Ε.Ε. και της ευρωζώνης για να επαναδιαπραγματευθεί τις μνημονιακές δεσμεύσεις και ν’ ανατρέψει τα δυσβάστακτα και υφεσιακά οικονομικά μέτρα σε βάρος της χώρας και της ελληνικής κοινωνίας.
Ανεξάρτητα από την βερμπαλιστική φρασεολογία που κατά καιρούς χρησιμοποίησε ( κυρίως πριν τις εκλογές του 2012) περί ‘’σκισίματος’’ των μνημονίων, μονομερών ενεργειών, διαγραφής χρεών, ανατροπή στην Ευρώπη κ. ά. , διάχυτη ήταν η εντύπωση στο λαό ότι δεν πρόκειται τελικά να έλθει σε ρήξη και έξοδο από το ευρώ. Έτσι η λαϊκή πλειοψηφία που διαμορφώθηκε, θέλησε ν’ απομακρύνει την προηγούμενη κυβέρνηση Ν.Δ.-ΠΑ.ΣΟ.Κ., δίνοντας την εντολή στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να πετύχει ευνοϊκότερους όρους στις δανειακές υποχρεώσεις, ν’ ανυψώσει την καταρρακωμένη εθνική υπερηφάνεια και ν’ ανακουφίσει τα πιο εξαθλιωμένα λαϊκά στρώματα. Κι όλα αυτά εντός της ευρωζώνης. Αυτό άλλωστε δείχνουν ακόμη και σήμερα οι μετρήσεις της κοινής γνώμης.
Όσοι μέσα κι έξω από τον ΣΥΡΙΖΑ ισχυρίζονται ότι η κυβέρνηση έλαβε εντολή ρήξης και εξόδου από το ευρώ, εθελοτυφλούν. Διαπράττουν για άλλη μια φορά το λάθος να μην βλέπουν την πραγματικότητα, όπως είναι, αλλά όπως αυτοί θα ήθελαν να είναι. Ας μην λησμονούν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ανέλαβε την εξουσία σε επαναστατική περίοδο ή σε συνθήκες ανάλογες αυτών που υπήρξαν μετά τον εμφύλιο, αλλά σε συνθήκες δημοκρατικής αλλαγής, μετά το τέλος της μεταπολίτευσης. Διαφορετικές προσεγγίσεις σήμερα, εκθέτουν την ευρύτερη Αριστερά, γιατί οδηγούν σε λανθασμένες εκτιμήσεις, λανθασμένες κινήσεις και τελικά στην αποτυχία.
Την εντολή της επαναδιαπραγμάτευσης, χωρίς έξοδο από το ευρώ, επιχειρούν σχεδόν τέσσερεις μήνες τώρα να διαχειριστούν η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός, χωρίς να έχει υπάρξει συμφωνία. Την μια μέρα αναπτερώνεται η ελπίδα για ηπιότερη εφαρμογή των μνημονίων, την άλλη μέρα έρχεται η απογοήτευση. Μια στο ζεστό και μια στο κρύο. Εντωμεταξύ ο χρόνος κυλάει, οι δανειακές μας υποχρεώσεις καταβάλλονται, αλλά τα διαθέσιμα κεφάλαια τελειώνουν. Ήδη τον Ιούνιο δεν θα υπάρχει δυνατότητα χρηματοδότησης των χρεών μας, ενώ η ύφεση καλά κρατεί.
Όλοι πλέον έχουν κατανοήσει ότι έντιμος συμβιβασμός με τους γερμανούς δεν είναι εφικτός. Η οποιαδήποτε ‘’συμβιβαστική’’ λύση θα είναι λεόντεια. Δηλαδή με υποχωρήσεις μόνο από την ελληνική πλευρά. Ως ‘’αντάλλαγμα’’ το μόνο που θα δώσουν είναι κάποιες φράσεις δημιουργικής ασάφειας. Εκτιμώ πως ο Σόϊμπλε ( αυτός ουσιαστικά κυβερνά την ευρωζώνη) και οι υποτακτικοί του δεν πρόκειται να υποχωρήσουν από τις αξιώσεις τους και να κάνουν παραχωρήσεις στην ελληνική κυβέρνηση. Οι λόγοι δεν είναι μόνο οικονομικοί. Είναι κυρίως πολιτικοί. Στόχος είναι η ήττα και η τιμωρία μιας αριστερής κυβέρνησης στον νότο της ευρωζώνης που τολμά ν΄ αμφισβητήσει τα νεοφιλελεύθερα σχέδια των γερμανών επικυρίαρχων και των συμμάχων τους. Δεν ανέχονται την αντίσταση. Έτσι επιδιώκουν να στείλουν σαφές μήνυμα σ΄ όλους τους λαούς της ευρωζώνης, ότι όποιος τολμήσει να σηκώσει κεφάλι θα το πληρώσει ακριβά…
Μοναδική ίσως χαραμάδα ελπίδας για μια συμφωνία που θα σεβόταν τις κόκκινες γραμμές της κυβέρνησης σχετικά με τα εργασιακά και το ασφαλιστικό, θα μπορούσε να προσφέρει η πολιτική διαπραγμάτευση σε επίπεδο των ευρωπαίων ηγετών. Μια τέτοια ευκαιρία είναι η επόμενη Σύνοδος κορυφής στη Ρίγα της Λετονίας.
Το πρόβλημα όμως είναι πως η σημερινή ευρωπαϊκή ηγεσία παρουσιάζεται κατώτερη των περιστάσεων. Οι σημαντικές αποφάσεις δεν λαμβάνονται πλέον στις Συνόδους Κορυφής αλλά στο Βερολίνο. Οι άλλοι ακολουθούν. Έτσι για τους ίδιους παραπάνω λόγους εκτιμώ ότι ούτε στη Ρίγα θα υπάρξουν θετικά για την ελληνική υπόθεση αποτελέσματα. Το μόνο που ίσως δοθεί, είναι μικρές ανάσες ρευστότητας για να μην υπάρξει πιστωτικό γεγονός μέσα στον Ιούνιο και οι τελικές αποφάσεις να μετατεθούν για μετά. Με λίγα λόγια να συνεχιστεί το μαρτύριο της σταγόνας, αλλά μέσα σε καλοκαιρινό κλίμα, μέχρι οι Έλληνες να ‘’σπάσουν’’ και να επέλθει η συμμόρφωση.
Με αυτά τα δεδομένα τα περιθώρια ελιγμών της κυβέρνησης στενεύουν δραματικά. Κατά συνέπεια η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ ΑΝΕΛ ή θα υποκύψει και θα υπογράψει μια συμφωνία με πολύ πενιχρά αποτελέσματα σε σχέση με όσα είχε υποσχεθεί και προσδοκούσε ή θα υποχρεωθεί να έλθει σε ρήξη.
Στην μεν πρώτη περίπτωση μπαίνει το ζήτημα της έγκρισης και αποδοχής της συμφωνίας από τις κοινοβουλευτικές ομάδες και τα όργανα των κομμάτων της συγκυβέρνησης. Απαιτείται δηλαδή εσωκομματικός χειρισμός που θα οδηγήσει σε υπερψήφιση της συμφωνίας συμβιβασμού από την κυβερνητική πλειοψηφία στη Βουλή. Αν αυτό δεν συμβεί και η συμφωνία υπερψηφιστεί από βουλευτές της αντιπολίτευσης, τίθεται σοβαρό θέμα παραμονής της κυβέρνησης στην εξουσία.
Στη δεύτερη περίπτωση , φρονώ, ότι απαιτείται η προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία, γιατί η κυβέρνηση δεν έχει τη νομιμοποίηση για ρήξη και έξοδο από την ευρωζώνη.
Τότε ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να προκηρύξει νέες εκλογές και να ζητήσει την ρητή εντολή από τον λαό να οδηγήσει την χώρα έξω από το ευρώ. Να παρουσιάσει ένα εφικτό και ολοκληρωμένο σχέδιο- κάτι που σήμερα δεν υπάρχει- με αρχή, μέση και τέλος. Να περιγράψει την πορεία της χώρας εκτός της ευρωζώνης και τις συνέπειες που θα έχει η έκδοση νέου νομίσματος. Να εξηγήσει ποια θα είναι η διεθνής θέση της χώρας, τι θα συμβεί στο τραπεζικό σύστημα, στις καταθέσεις, στους μισθούς στις συντάξεις, στις συναλλαγές, στις εισαγωγές. Να δώσει ένα χρονοδιάγραμμα πότε θα ομαλοποιηθεί η κατάσταση και πότε θα βγει οριστικά η χώρα από την κρίση.
Στον αντίποδα θα παρουσιαστούν οι πολιτικές εκτιμήσεις και τα προγράμματα εκείνων των πολιτικών σχηματισμών που θα προτείνουν ως επωφελέστερη λύση τον συμβιβασμό, έστω κι αν αυτός σημαίνει υποταγή.
Έτσι ο λαός, αφού σταθμίσει τα υπέρ και τα κατά της κάθε επιλογής θ’ αποφασίσει ο ίδιος κυρίαρχα για το μέλλον του.
Εκλογές, με ανάλογο διακύβευμα είχα υποστηρίξει, ότι έπρεπε να είχαν γίνει το 2010 πριν από την υπογραφή του πρώτου μνημονίου ή έστω δημοψήφισμα το φθινόπωρο του 2011 ( μετά τα γεγονότα των Καννών). Αν αυτό είχε συμβεί, σήμερα η πολιτική κατάσταση στη χώρα θα ήταν πολύ διαφορετική. Προς το καλύτερο πιστεύω.
Τελευταία σχόλια