Μέσα σ΄ ένα κυκεώνα δηλώσεων και αντιδηλώσεων, αντιφατικών ανακοινώσεων, ανεπιβεβαίωτων πληροφοριών και παραπειστικών διαρροών που συνδυάζονται με συνεχείς μπλόφες αναζητείται η άκρη του νήματος που θα οδηγήσει σε συμφωνία την Ελλάδα με τους δανειστές. Αν αυτή επιτευχθεί ανοίγει το επόμενο κεφάλαιο της διαχείρισης της συμφωνίας που θα είναι εξίσου δύσκολη. Ψηλαφώντας τα διαμορφούμενα δεδομένα μπορεί να εξαχθούν κάποια καταρχήν συμπεράσματα.
Κατ΄ αρχάς και οι δύο πλευρές φαίνεται να επιθυμούν την επίτευξη συμφωνίας.
Η κυβέρνηση υποσχέθηκε προεκλογικά, και το επιχειρεί πέντε μήνες τώρα, επαναδιαπραγμάτευση. Στόχος είναι η κατάληξη σ΄ ένα συμβιβασμό. Κυρίαρχο συστατικό στοιχείο κάθε συμβιβασμού είναι οι αμοιβαίες υποχωρήσεις.
Στην αρχή κάποιοι μίλησαν για έναν έντιμο συμβιβασμό, τελευταία δεν αναφέρεται κανείς σ΄ αυτόν. Δικαιολογημένα. Ο πιθανολογούμενος συμβιβασμός δεν μπορεί να είναι έντιμος, γιατί η ισχυρή πλευρά των δανειστών τον εννοεί ως υποταγή της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ.
Οι λόγοι δεν είναι οικονομικοί, αλλά πολιτικοί. Το οικονομικό κόστος της διόρθωσης της αποδεδειγμένα αποτυχημένης δημοσιονομικής προσαρμογής που επιχειρείται πέντε χρόνια τώρα στην Ελλάδα, είναι αμελητέο για το μέγεθος της ευρωζώνης. Υπολογίζεται ότι περίπου ένα δις ευρώ είναι η οικονομική διαφορά που χωρίζει τούτη τη στιγμή κυβέρνηση και δανειστές. Οι γερμανοί επικυρίαρχοι όμως της Ευρώπης δεν ανέχονται την παραμικρή υποχώρηση που θα έθετε σε αμφισβήτηση τις νεοφιλελεύθερες εμμονές τους. Η γερμανική αλαζονεία δεν επιτρέπει, μετά το κλείσιμο της όποιας συμφωνίας, να βγει μια αριστερή κυβέρνηση στην μικρή Ελλάδα και να ισχυριστεί ότι πέτυχε ουσιαστικές αλλαγές στο Πρόγραμμα, στους όρους δανεισμού και στην αποπληρωμή του ελληνικού χρέους. Κάτι τέτοιο τους είναι αδιανόητο, γιατί θα ισοδυναμούσε με παραδοχή αποτυχίας.
Έτσι εφαρμόζοντας το μαρτύριο της σταγόνας όσον αφορά την ρευστότητα του χρήματος σε συνδυασμό με πιέσεις, εκβιασμούς και κωλυσιεργίες, πέτυχαν να εξαντληθεί η τετράμηνη παράταση που είχε ζητήσει η κυβέρνηση χωρίς να επιτευχθεί συμφωνία. Σήμερα ο χρόνος τελειώνει και η κατάσταση μοιάζει αδιέξοδη, αν δεν δοθεί πολιτική λύση σε επίπεδο κορυφής.
Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ στην προσπάθειά της να επιτευχθεί συμφωνία έχει ακολουθήσει μια πορεία εκπτώσεων των θέσεών της. Από τις αποφάσεις του Συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ, οδηγήθηκε στο Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, μετά στις προγραμματικές δηλώσεις της Κυβέρνησης, κι από κει στις παραπέρα υποχωρήσεις στα πλαίσια της διαπραγμάτευσης. Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί το τακτικό λάθος του ΣΥΡΙΖΑ να επιδιώξει εκλογές με αφορμή την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας και μάλιστα να το εξαγγείλει μήνες πριν.
Αυτό έδωσε τη δυνατότητα στην Τρόικα και στην προηγούμενη κυβέρνηση να συμφωνήσουν ως απώτερη ημερομηνία για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης του τρέχοντος Προγράμματος τα τέλη Φεβρουαρίου. Ο σχεδιασμός ήταν η νέα κυβέρνηση που θα προέκυπτε από τις πρόωρες εκλογές να εγκλωβιστεί εξαιτίας της πίεσης χρόνου και ν΄ αναγκαστεί να υποκύψει σ΄ όσα είχαν συμφωνήσει οι προηγούμενοι. Η παγίδα αυτή όντως δημιούργησε προβλήματα στην κυβέρνηση, αφού την οδήγησε στο δεύτερο λάθος. Αυτό ήταν η συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου με την οποία δεσμεύτηκε στην καταβολή των δόσεων και στην αποφυγή μονομερών ενεργειών, χωρίς όμως να πάρει ανταλλάγματα ρευστότητας παρά μόνο την παράταση. Αν είχε αφήσει την προηγούμενη κυβέρνηση να κλείσει την παρούσα αξιολόγηση και έπαιρνε την εξουσία στα τέλη του 2015 θα μπορούσε από καλύτερες θέσεις να διαπραγματευτεί τις αλλαγές των δανειακών συμβάσεων και την απομείωση ελληνικού του χρέους. Κι αυτό, γιατί θα είχαν πληρωθεί οι δόσεις προς το ΔΝΤ που σήμερα αποτελεί σοβαρό εμπόδιο στην διαπραγμάτευση. Έτσι η δεύτερη αριστερή κυβέρνηση στην Ελλάδα- η πρώτη ήταν το 1981- θα μπορούσε να τιμήσει με μεγαλύτερη συνέπεια τις δεσμεύσεις της απέναντι στο λαό.
Σήμερα η κυβέρνηση παρότι δεν έκανε ‘’κωλοτούμπα’’, όπως κάποιοι προσδοκούσαν, οδηγείται σε μια συμφωνία σαφώς ετεροβαρή και επώδυνη. Οι τελευταίες κόκκινες γραμμές που δεν μπορεί να ξεπεράσει είναι η απαίτηση για μείωση των συντάξεων και η αποφυγή πολιτικής δέσμευσης ν΄ ανοίξει η συζήτηση για τους τρόπους απομείωσης του χρέους, το οποίο κατά κοινή ομολογία δεν είναι βιώσιμο. Ταυτόχρονα διεκδικεί εύλογα ένα πακέτο χρηματοδότησης για ανάπτυξη προκειμένου η ελληνική οικονομία ν΄ ανακάμψει για να μπορεί ν΄ ανταποκριθεί και στις υποχρεώσεις της. Αν δεν πάρει τα παραπάνω που μόνο με πολιτική απόφαση μπορεί να λάβει, δεν θα συμφωνήσει. Σε αντίθετη περίπτωση η συμφωνία δεν μπορεί να περάσει από την κυβερνητική πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο.
Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές δεν γνωρίζουμε το αποτέλεσμα της έκτακτης Συνόδου Κορυφής στις Βρυξέλλες. Για να επιτευχθεί συμφωνία είναι δύσκολο.
Το πιθανότερο είναι να δοθεί νέα παράταση με σταγόνες χρηματοδότησης μέχρι το τέλος του χρόνου που θα έχουν διαμορφωθεί καλύτερες συνθήκες διαχείρισης της συμφωνίας τόσο στο ελληνικό, όσο και στα ξένα κοινοβούλια.
Τελευταία σχόλια