ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΡΥΔΗ (ΜΕΡΟΣ 2ο)
Μετά την ανατροπή του μονοκομματισμού στις δίδυμες εκλογές του 2012, η νέα πολιτική πραγματικότητα που διαμορφώνεται δείχνει, ότι και το επόμενο διάστημα η χώρα μας αναγκαστικά θα κυβερνηθεί από κυβερνήσεις συνεργασίας η αλλιώς συμμαχικές.
Αυτό προϋποθέτει την συμφωνία και προγραμματική σύγκλιση τουλάχιστον δύο κομμάτων που θα εκπροσωπηθούν στο Κοινοβούλιο, ώστε να προκύψει η απαιτούμενη από το Σύνταγμα κοινοβουλευτική πλειοψηφία των 151 εδρών, που θα στηρίξει τη νέα κυβέρνηση.
Εκτός συγκλονιστικού απροόπτου, είναι βέβαιο ότι στις επόμενες εθνικές εκλογές – όποτε κι αν γίνουν- πρώτο κόμμα θα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ που μαζί με την πριμοδότηση των 50 εδρών θα λάβει και την πρώτη εντολή σχηματισμού κυβέρνησης. Με τα μέχρι στιγμής δεδομένα είναι δύσκολο να πετύχει εκλογικό ποσοστό που θα του δίνει αυτοδύναμη πλειοψηφία. Έτσι αρχίζει ν΄ ανοίγει η κρίσιμη συζήτηση για τις δυνατότητες σχηματισμού κυβέρνησης της Αριστεράς με βασικό κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ. Όπως δείχνει το πολιτικό τοπίο οι επιλογές για συνεργασία με άλλα κόμματα δεν είναι πολλές.
Περίπτωση συνεργασίας δεν υπάρχει με τη Ν.Δ., το ΠΑ.ΣΟ.Κ. (τουλάχιστον με την σημερινή του μορφή, που δεν πρόκειται ν΄ αλλάξει μέχρι τις επόμενες εθνικές εκλογές) και την Χ.Α. Το ΚΚΕ παρ’ όλες τις προσπάθειες ανοίγματος που έχουν γίνει από τον ΣΥΡΙΖΑ προς την πλευρά του, αρνείται πεισματικά οποιασδήποτε μορφής συνεργασία επιδεικνύοντας τη γνωστή τα τελευταία χρόνια στείρα περιχαράκωση, μια φοβική, συντηρητική και τελικά αντι-αριστερή (βλ. και Λένιν: Αριστερισμός, η παιδική αρρώστια του κομμουνισμού) πολιτική συμπεριφορά.
Το ΠΟΤΑΜΙ, ένα μοδάτο προϊόν της κρίσης του πολιτικού μας συστήματος, δεν έχει μέχρι σήμερα ξεκάθαρη ιδεολογική και πολιτική ταυτότητα και ο ρόλος του στο νέο πολιτικό τοπίο, που διαμορφώνεται είναι αμφίσημος. Σύμφωνα άλλωστε με τις δηλώσεις του ‘’επικεφαλής’’ του δεν θα συμβάλλει στο σχηματισμό αριστερής κυβέρνησης.
Οι ΑΝ.ΕΛ. που εκκολάφτηκαν στην αντιμνημονιακή φάση της Ν.Δ. του Α. Σαμαρά και συγκροτήθηκαν σε κόμμα μετά την φυσιολογική εγκατάσταση της Δεξιάς στο μνημονιακό στρατόπεδο , εκτός από την αντιμνημονιακή τους ρητορική, ουδεμία ιδεολογική ή πολιτική σχέση με την Αριστερά, νομίζω, ότι έχουν. Έτσι παραμένει ερωτηματικό υπό ποιες προϋποθέσεις μπορεί να στηρίξει μια αριστερή κυβέρνηση.
Στη ΔΗΜ.ΑΡ, μετά τη εκλογική ήττα στις ευρωεκλογές του Μαΐου, η κομματική ενότητα έχει διαρραγεί οριστικά πλέον , και εκτιμώ πως είναι πολύ δύσκολο να εξακολουθήσουν να συνυπάρχουν στο ίδιο κομματικό σχήμα οι φορείς δύο εκ διαμέτρου αντίθετων πολιτικοιδεολογικών αντιλήψεων. Η Κεντροδεξιά συνιστώσα της ΔΗΜΑΡ έχει μετακινηθεί στο σοσιαλφιλελεύθερο ρεύμα και αντιδρά έντονα στο ενδεχόμενο κυβερνητικής συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ. Όπως όλα δείχνουν βρίσκεται πιο κοντά στο κεντροδεξιό υπόλειμμα του ΠΑΣΟΚ που συνεργάζεται με τη Ν.Δ. Αντίθετα η αριστερή πτέρυγα της ΔΗΜΑΡ, έστω και καθυστερημένα αντιλήφθηκε το μέγιστο πολιτικό λάθος της συμμετοχής στην τρικομματική κυβέρνηση του 2012 κι επιχειρεί να παίξει ουσιαστικό ρόλο στην ανασύσταση της αριστερής σοσιαλδημοκρατίας στο τόπο μας. Αν δεν είχε συγκυβερνήσει με τη Ν.Δ. και το ΠΑ.ΣΟ.Κ. θα είχε σήμερα διψήφια ποσοστά εκλογικής επιρροής και θ΄ άνοιγε εύκολα ο δρόμος για μια κυβέρνηση της Αριστεράς σε συνεργασία με το ΣΥΡΙΖΑ.
Με αυτά τα δεδομένα, εκτιμώ, πως σήμερα οι κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες είναι ώριμες για τη συγκρότηση ενός οργανωμένου αριστερού σοσιαλδημοκρατικού σχήματος – της νέας Κεντροαριστεράς στη πατρίδα μας- που θα παίξει καταλυτικό ρόλο στην επίτευξη της απαιτούμενης κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας για τη στήριξη της εναλλακτικής -διαφορετικής πρότασης διακυβέρνησης που προσδοκά η πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Οι πολιτικές δυνάμεις γι αυτό υπάρχουν, αλλά για την επιτυχία του εγχειρήματος. απαιτείται πολιτικό θάρρος και υπευθυνότητα. (βλέπετε και το προηγούμενο σημείωμά μου με τίτλο Αριστερή-Ριζοσπαστική Σοσιαλδημοκρατία).
Η πολιτική και οργανωτική συγκρότηση της αριστερής σοσιαλδημοκρατίας θα μπορέσει να συμβάλλει αποφασιστικά στη δημιουργία μιας πλατιάς, ριζοσπαστικής , αριστερής συμμαχίας με κεντρικό κορμό το ΣΥΡΙΖΑ. Οι δυνάμεις αυτές είναι σε θέση να επεξεργαστούν ένα κοινά αποδεκτό, προοδευτικό, αντιμνημονιακό σχέδιο εξόδου από την κρίση που σε πρώτη φάση θ΄ ανακουφίσει τα λαϊκά στρώματα. Ένα ρεαλιστικό πρόγραμμα που θα το έχει εγκρίνει η ίδια η κοινωνία και θα στηρίξει την εφαρμογή του.
Ο σοβαρότερος κίνδυνος που ελλοχεύει για την επιτυχή έκβαση της προσπάθειας συνεργασίας είναι η υπονόμευση ‘’από τα μέσα’’. Υπάρχουν πολιτικές συνιστώσες, όχι απαραίτητα κακοπροαίρετες, αλλά σίγουρα μικρόψυχες, περιχαρακωμένες και εμμονικές στην λεγόμενη ιδεολογική καθαρότητα. Και τέτοιες υπάρχουν και στις δύο πλευρές. Κυρίως στην πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ επιχειρούν να κλείσουν τις πόρτες του διαλόγου κρατώντας στο χέρι αριστερόμετρα, έχοντας αρνητική προκατάληψη σ’ ό, τι φέρει ή έφερε τον τίτλο του σοσιαλδημοκρατικού ή κεντροαριστερού. Από έλλειψη εμπιστοσύνης στους ίδιους, επικαλούνται τον κίνδυνο ενσωμάτωσης σε κεντροαριστερά σενάρια διακυβέρνησης που θα φέρουν πίσω την υπόθεση της σοσιαλιστικής μετάβασης. Δεν έχουν όμως τι ν’ απαντήσουν στην παρατήρηση ότι και οι δύο μεγάλες επαναστάσεις του 20ου αιώνα σε Ρωσία και Κίνα απέτυχαν να φέρουν το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό των κοινωνιών τους. Κι αυτό χωρίς να τις ενσωματώσει ή μεταλλάξει κάποια σοσιαλδημοκρατική πολιτική δύναμη. Αντίθετα η γνήσια σοσιαλδημοκρατία αμέσως μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και μέχρι τουλάχιστον τα μέσα της δεκαετίας του 80 προσέφερε κοινωνική και οικονομική ευημερία στις χώρες που τα κόμματά της πήραν την εξουσία ( λ.χ. Γαλλία, Σουηδία, Ισπανία, Ελλάδα κ.α.).
Η πολιτική του αποκλεισμού των δυνάμεων της αριστερής σοσιαλδημοκρατίας από την κυβερνητική συμμαχία της Αριστεράς, εκτός του ότι είναι κλειστοφοβική, δογματική και ανιστόρητη, παραβιάζει τις καταστατικές αποφάσεις του ΣΥΡΙΖΑ που ελήφθησαν δημοκρατικά στο ιδρυτικό Συνέδριο του Κόμματος. Ενδεικτικά, προς υπενθύμιση κάποιων, αναφέρω την παρ.15 του ζ’ κεφαλαίου της Πολιτικής Απόφασης του Ιδρυτικού Συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ που αναφέρει επί λέξει: ‘’Ο ΣΥΡΙΖΑ επιμένει στην πρότασή του για συνεργασία με τις δυνάμεις της Αριστεράς, της αριστερής σοσιαλδημοκρατίας, και της ριζοσπαστικής οικολογίας, μια πρόταση που βρίσκεται στον πυρήνα του σχεδίου για την κυβέρνηση της Αριστεράς. Είναι σαφές ότι στις σημερινές έκτακτες συνθήκες δεν μπορούμε να περιμένουμε έως ότου οι ηγεσίες της Αριστεράς κατανοήσουν την ανάγκη της ενότητας και της ενωτικής δράσης’’.
Εκείνο που προτάσσει ο λαός σήμερα είναι η εκλογική ήττα των κυβερνητικών δυνάμεων και το ξεκίνημα μιας άλλης πορείας. Εκτός αν κάποιοι στην Αριστερά δεν αντέχουν το βάρος της κυβερνητικής ευθύνης αρκούμενοι στον εύκολο ρόλο της αντιπολίτευσης. Ή μπορεί να θεωρούν ότι οι συνθήκες δεν είναι ακόμη ώριμες…. Ή κάτι άλλο. Οφείλουν όμως να το δηλώσουν ξεκάθαρα στο λαό για να τους κρίνει.
Επομένως το καίριο είναι η ανάληψη της εξουσίας με τη λαϊκή εντολή για την εφαρμογή σε πρώτη φάση ενός συμφωνημένου προγράμματος σε ριζοσπαστική, ανατρεπτική των σημερινών πολιτικών βάση. Η εφαρμογή κεϋνσιανού χαραχτήρα μέτρων για την ανακούφιση των εξαθλιωμένων λαϊκών στρωμάτων όπως η αύξηση των δημοσίων δαπανών, η τόνωση της ζήτησης, η μείωση της ανεργίας και ο περιορισμός της ύφεσης , είναι σ΄ αυτή τη φάση απολύτως αναγκαία.
Σταδιακά, ανάλογα με την κοινωνική ωρίμανση και βούληση, είναι δυνατή η μετάβαση σε κεντρικότερες ρήξεις και ανατροπές. Ταυτόχρονα απαιτείται η επεξεργασία ενός σχεδίου αντιμετώπισης της ισχυρής πίεσης που θα δεχτεί η αριστερή κυβέρνηση από το γερμανικής επιρροής ευρω-ιερατείο και τα ντόπια φερέφωνά του.
Αν εξαιτίας του δογματισμού, της <<αριστερής>> καθαρότητας και της εμμονής κάποιων να υποτάξουν τους πάντες στη δική τους αλήθεια, χαθεί η ευκαιρία σχηματισμού κυβέρνησης της Αριστεράς, τότε θα δοθεί ο χρόνος στις δυνάμεις του ευρωπαϊκού νεοφιλελευθερισμού, της εγχώριας υποτέλειας, της αντιμεταρρύθμισης, του μονόδρομου και της δήθεν σταθερότητας, ν΄ ανακάμψουν, να δικαιωθούν στα μάτια του λαού και να εδραιώσουν την πολιτική τους κυριαρχία. Ο λαός θ΄ απογοητευτεί – όπως εν μέρει συνέβη το 2012- και είναι πολύ πιθανό ένα τμήμα του ριζοσπαστισμού να στραφεί και να ενισχύσει φασιστικά και ακροδεξιά μορφώματα.
Το μόνο που θα έχει απομείνει είναι η ιστορική ανάμνηση στα εγχειρίδια της Ιστορίας, ότι το 2015 η Αριστερά έχασε άλλη μια ευκαιρία να κάνει το όνειρο πραγματικότητα.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΡΥΔΗΣ
e-mail: [email protected]
Τελευταία σχόλια