Ο Αντώνης Σαμαράς υποστήριξε ότι η βία είναι καταδικαστέα απ΄ όπου και αν προέρχεται και σε κάθε της μορφή.
Ο κ. Σαμαράς προχώρησε ακόμα περισσότερο: έκανε λόγο για καταδίκη της βίας στη Μαρφίν και τις Σκουριές.
Ο νέος ανένδοτος, λοιπόν, του Σαμαρά, είναι η πάταξη της… βίας. Η ρήση του πρωθυπουργού που προεκλογικά έλεγε ότι θα επαναδιαπραγματευτεί το μνημόνιο και τώρα ετοιμάζεται να συμφωνήσει ένα επιπλέον ακόμα, φαντάζει σε ορισμένους ως λογική. Είναι όμως έτσι;
Μία παλιά πολιτική τακτική η οποία χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον τις τελευταίες δεκαετίες στις ΗΠΑ, είναι αυτή που θέλει τους πολιτικούς ηγέτες να λένε χονδροειδή ψέματα και να εξάγουν απλοϊκές διαπιστώσεις και συμπεράσματα, προκειμένου να περάσουν εύκολα την προπαγάνδα τους στο υποσυνείδητο της πλειονότητας της μάζας του κόσμου με ένα επικοινωνιακό μπαράζ.
Έτσι δικαιολόγησαν τους πολέμους στο Ιράκ, το Αφγανιστάν και τη Λιβύη με ψέματα ή υπερβολές περί χημικών όπλων, ανελεύθερων καθεστώτων, ακόμα και για κανιβαλισμό! Άσχετο αν μετά πολλά από αυτά που κατήγγειλαν, είτε αποδείχθηκαν ψευδή ή δεν αποδείχθηκαν ποτέ…
Η έρευνα ή η ανάδειξη λεπτομερειών που καταρρίπτουν ισχυρισμούς, καταρρέουν μπροστά στα απλοϊκά επιχειρήματα, εύπεπτα στους πολλούς, με μπαράζ προπαγάνδας από media και πολιτικούς συμμάχους.
Η επίκληση της ανάγκης καταδίκης της βίας απ΄ όπου και αν προέρχεται, σε όποια μορφή και αν αυτή εκφράζεται, δεν αποτελεί παρά μία «εύκολη», απλοϊκή γενίκευση με προφανή στόχο: να συκοφαντηθεί η Αριστερά η οποία, τάχα, καλύπτει τη βία των διαδηλωτών και των «μπαχαλάκηδων» στις μεγάλες κοινωνικές αντιδράσεις.
Ο θάνατος των τριών εργαζομένων της Μαρφίν, προ μερικών ετών, είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. Μπροστά στην τραγικότητα του συμβάντος, έχουν περάσει σε δεύτερη, τρίτη ή… δέκατη τρίτη μοίρα οι ευθύνες της διοίκησης της Τράπεζας τόσο για το ότι το κτίριο δεν διέθετε έξοδο κινδύνου ή για το ότι ανάγκασε το προσωπικό να παραμείνει μέσα παρά την έκρυθμη κατάσταση που επικρατούσε την ημέρα εκείνη στο κέντρο της Αθήνας. Οι ευθύνες των αρχών που άφησαν τους «μπαχαλάκηδες» να δράσουν. Οι καταγγελίες για δράση σκοτεινών ομάδων που πόρρω απέχουν από την αριστερή λογική και πρακτική, οι οποίες με μολότοφ, ξύλο και καταστροφές επιφέρουν με τη σειρά τους την εκτεταμένη χρήση χημικών, βίας και πρακτικών καταστολής από την Αστυνομία.
Ποιος δεν καταδικάζει τους αλήτες που έριξαν μολότοφ μέσα στην κλειδαμπαρωμένη Τράπεζα, αιτία για να βρουν τραγικό θάνατο τρεις αθώοι πολίτες; Γιατί όμως με την υπεραπλούστευση, μέσω της καταδίκης του περιστατικού αυτού, να επιδιώκεται ουσιαστικά να καταδικαστεί όλη η αναταραχή που προκλήθηκε τις ημέρες εκείνες με τις μεγαλειώδεις τότε συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας κατά της μνημονιακής πολιτικής; Και γιατί θα πρέπει να χρεωθεί η Αριστερά το συγκεκριμένο, μεμονωμένο περιστατικό, επειδή χρεώνεται στο σύνολό τους τις εκδηλώσεις διαμαρτυρίας της εποχής;
Το άλλο περιστατικό που ανέφερε ο Πρωθυπουργός, ήταν η υπόθεση στις Σκουριές. Και εδώ, χρησιμοποιείται ένα επίσης μεμονωμένο περιστατικό (η πυρπόληση του φυλακίου της εταιρίας εξόρυξης) για να συκοφαντηθεί ο αγώνας μιας ολόκληρης περιοχής, για τον οποίο βγήκαν στους δρόμους χιλιάδες πολίτες.
Από πότε αποτελεί «βία» και, μάλιστα, καταδικαστέα η προσπάθεια μεγάλης μερίδας πολιτών να αποτρέψουν ένα σκάνδαλο (όπως, τουλάχιστον, το βλέπουν αυτοί και με ισχυρότατα επιχειρήματα, δημοσιεύματα και αποκαλύψεις για όλες τις πτυχές του);
Και γιατί δεν είναι βία η εισβολή διμοιριών ΜΑΤ ξημερώματα σε δεκάδες σπίτια ενός χωριού σπάζοντας εξώπορτες και τρομοκρατώντας οικογένειες, για να συλλάβουν τους… εγκληματίες κάτοικούς του που πρωτοστάτησαν στη διαμαρτυρία αυτή;
«Καταδικάζουμε τη βία απ΄ όπου και αν προέρχεται, σε όποια της μορφή». Δυστυχώς για τον κ. Σαμαρά και τους δικούς του (Βενιζέλο κλπ.), συνήθως η ιστορία είναι αυτή που κρίνει αν μια πράξη αποτελεί πράξη βίας ή νόμιμης, ηθικής και επιβεβλημένης αντίδρασης μιας ομάδας πολιτών ή ακόμα και ενός μεμονωμένου πολίτη.
Ο Μπατίστα προφανώς θεωρούσε τρομοκράτες, εξτρεμιστές που χρησιμοποιούσαν καταδικαστέα βία τον Τσε και τον Φιντέλ Κάστρο, όταν το 1959 εισέβαλλαν στην Κούβα για να την απελευθερώσουν από το διεφθαρμένο καθεστώς.
Οι εξεγερθέντες εργάτες στο Σικάγο του 1886 θεωρήθηκαν τρομοκράτες από τις αρχές των ΗΠΑ εκείνη την περίοδο. Σας θυμίζει κάτι το πως μία από τις μεγαλύτερες διαδηλώσεις στον κόσμο μέχρι και σήμερα, βάφτηκε στο αίμα και τη βία; Την πρωτομαγιά του 1886, μετά από απόφαση της Αμερικανικής Ομοσπονδίας Εργασίας, διοργανώθηκαν εκδηλώσεις διαμαρτυρίας με αίτημα τη μείωση των εβδομαδιαίων ωρών εργασίας. Σε όλη ην Αμερική συμμετείχαν 400.000 άνθρωπο και στο Σικάγο μόνο, 80.000, στην πλατεία Haymarket, με άνδρες, γυναίκες και παιδιά. Γύρω τους, είχαν παραταχθεί αστυνομικές δυνάμεις με 1400 άνδρες οπλισμένους και εν αναμονή της εντολής για να δράσουν. Την ώρα που το πλήθος παρακολουθούσε τις ομιλίες των συνδικαλιστών, μία μολότοφ έσκασε κοντά στους αστυνομικούς οι οποίοι άρχισαν να πυροβολούν αδιακρίτως. Άγνωστο ποιου, ένα σκίτσο ενός «αναρχικού που πετάει μία βόμβα» δημοσιεύτηκε την επομένη στις περισσότερες εφημερίδες των ΗΠΑ. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση και οι αρχές του Σικάγο χαρακτήρισαν τρομοκρατικές και εξτρεμιστικές τις διαδηλώσεις και τις πράξεις των εξεγερμένων εργατών. Φαντάζομαι ότι θα είχαν καλέσει και τότε όλο τον πολιτικό κόσμο της εποχής να καταδικάσει τη βία σε όποια της μορφή και απ΄ όπου και αν προέρχεται.
Οι μεγάλες επαναστάσεις, οι μεγάλες ανατροπές, οι διεκδικήσεις και κατακτήσεις, δυστυχώς, σπανίως δεν συνοδεύονται από περιορισμένα ή και εκτεταμένα φαινόμενα βίας. Βία υπήρξε το Μάη του ΄68, την Άνοιξη των Λαών του 1848, στις εργατικές διαδηλώσεις του ΄75 στην Αθήνα.
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι λάθος να «μπαίνει στο ίδιο τσουβάλι» η εγκληματική βία με την αντίδραση και τη διαμαρτυρία, όσο έντονη και αν είναι αυτή. Στην πραγματικότητα, είναι απολύτως λογικό: ο θιγόμενος από τη διεκδίκηση, ευρισκόμενος στο εποικοδόμημα, έχει κάθε λόγο να καταδικάζει τις πράξεις αυτές και να τις εξομοιώνει με εγκληματικές ενέργειες τύπου δράσης της Χρυσής Αυγής ή δολοφονίας των εργαζομένων στη Μαρφίν.
Ας χαράξουμε, όμως, εμείς τη δική μας διαχωριστική γραμμή και ας μην επιτρέπουμε άλλο, στο όνομα της διατήρησης της πολιτικής και των εκφραστών της για όσο το δυνατόν περισσότερο στην εξουσία, να εξομοιώνουμε την κοινωνική αντίδραση με το έγκλημα.
Και ας μην πέφτουμε θύματα της χονδροειδούς προπαγάνδας που θέλει να μας πείσει ότι ο ναζιστής τραμπούκος δεν είναι δα και πολύ διαφορετικός από τον οικογενειάρχη στις Σκουριές (ή τη Λευκίμμη, για να μην ξεχνάμε και τα καθ΄ ημάς). Γιατί, όχι, δεν είναι ίδιοι, ούτε αυτοί ούτε το ζητούμενό τους, ούτε οι πράξεις τους.
Υ.Γ.: Η βία της κρατικής καταστολής των διαμαρτυριών, που κατατάσσεται κ. Σαμαρά;
Τελευταία σχόλια