Μετά την άγρια περικοπή των εισοδημάτων μας, που γίνεται ακόμη μεγαλύτερη με το φορομπηχτικό νόμο που θα ψηφιστεί από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ την Πέμπτη 15/4, η επίθεση ενάντια στους εργαζόμενους της χώρας μας συνεχίζεται με την αντιασφαλιστική καταιγίδα, με την απελευθέρωση των απολύσεων στον ιδιωτικό τομέα και την κατάργηση της μονιμότητας των δημ. Υπαλλήλων [«οι αγορές» ζητούν την απόλυση άνω των 200.000 δημ. Υπαλλήλων!], με την κατάργηση των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και του κατώτατου μισθού και μεροκάματου και όποιου άλλου δικαιώματος κερδήθηκε με αίμα και θυσίες τον εικοστό αιώνα.
Ειδικότερα στην εκπαίδευση, με το «πολυνομοσχέδιο» που έδωσε στη δημοσιότητα η «νέα Θάτσερ» του ΠΑΣΟΚ, Α. Διαμαντοπούλου, που ευαγγελίζεται το φθηνό, ευέλικτο, ιδιωτικοποιημένο και πειθαρχημένο σχολείο της αγοράς [με την «αυτοαξιολόγηση» να λειτουργεί σαν «λαγός» για την αξιολόγηση σχολικής μονάδας και εκπαιδευτικού στη βάση των επιδόσεων των μαθητών, που θα οδηγήσει σε κλεισίματα σχολείων και απολύσεις μονίμων εκπαιδευτικών], με διαφοροποιημένο πρόγραμμα στα πλαίσια του κακόφημου «Καλλικράτη», επιδιώκει: την κατάργηση των μόνιμων διορισμών, τη διεύρυνση της ελαστικής εργασίας στο δημόσιο σχολείο, τη μετατροπή των αναπληρωτών σε ωρομίσθιους με «τον αναπληρωτή μειωμένου ωραρίου», αυξάνει το ωράριο διδασκαλίας των μονίμων εκπαιδευτικών κατά 5 ώρες [προϋπόθεση για την πρόσληψη αναπληρωτή μειωμένου ωραρίου είναι να έχει εξαντληθεί η ανάθεση υπερωριών σε όλους τους μονίμους], πετάει στον καιάδα όλους όσοι έχουν συγκεντρώσει προϋπηρεσία [η δήθεν μεταβατική διάταξη που θεσπίζει είναι αμφίβολο αν αφορά για τη διετία 500-1000 εκπαιδευτικούς], καταργεί ολοκληρωτικά το πτυχίο σαν προσόν διορισμού, υποβιβάζοντάς το σε ένα ελάχιστο από τα απαιτούμενα προσόντα ακόμα και για να είσαι υποψήφιος για τον ΑΣΕΠ [πιστοποιητικό παιδαγωγικής κατάρτισης, μεταπτυχιακό ή διδακτορικοί τίτλοι κλπ], ο οποίος με τη σειρά του μετατρέπεται σε ένα απλό «τέστ δεξιοτήτων», αφού καταργούνται οι διοριστέοι και συντάσσεται ανοιχτός πίνακας, μέσω του «δόκιμου εκπαιδευτικού» που μετά τη διετία αξιολογείται και ή κρίνεται ικανός για μονιμοποίηση ή μετατάσσεται σε διοικητική θέση ξεκινά την εφαρμογή και της κακόφημης ατομικής αξιολόγησης όλων των εν ενεργεία εκπαιδευτικών.
Πιο συγκεκριμένα το πολυνομοσχέδιο:
Κλείνει την πόρτα του διορισμού στους ωρομισθίους και αναπληρωτές, αφού η προϋπηρεσία ως κριτήριο διορισμού στην ουσία καταργείται. Το Υπουργείο πετάει στον καιάδα της ανεργίας και της εργασιακής περιπλάνησης ένα σημαντικό αριθμό εκπαιδευτικών που έχουν προϋπηρεσία. Η μεταβατική διάταξη που επικαλείται αφορά μόνο όσους έχουν συμπληρώσει 24 μήνες προϋπηρεσίας, ενώ είναι αμφίβολο αν οι διορισμοί της επόμενης διετίας που είναι μειωμένοι κατά 50% μπορούν να καλύψουν όλους τους συναδέλφους που θα είναι στη λίστα των διορισμών. Την ίδια στιγμή, προαγγέλλεται η de facto μείωση των διορισμών κα η αύξηση του διδακτικού ωραρίου των μόνιμων εκπαιδευτικών, προκειμένου να καλυφθούν τα κενά που θα υπάρχουν. Καθόλου τυχαία, προϋπόθεση για την πρόσληψη αναπληρωτών «μειωμένου ωραρίου» είναι η εξάντληση της ανάθεσης υποχρεωτικών υπερωριών στους μόνιμους. Έτσι, αυξάνει το ωράριο διδασκαλίας μέχρι και 5 ώρες, επιβάλλοντας την υποχρεωτική και απλήρωτη υπερωρία, στο βωμό της συρρίκνωσης των δαπανών για την παιδεία και της καρατόμησης του δικαιώματος διορισμού των αδιορίστων συναδέλφων.
Αποσυνδέει εντελώς το πτυχίο από τα επαγγελματικά δικαιώματα, θεσπίζοντας νέα προαπαιτούμενα για τη διεκδίκηση της ιδιότητας του υποψήφιου για εργασία εκπαιδευτικού (πιστοποιητικό παιδαγωγικής επάρκειας, μεταπτυχιακά σε συναφείς σχολές κλπ). Θεσπίζει ως προϋπόθεση και για τη συμμετοχή στο διαγωνισμό του ΑΣΕΠ νέο κύκλο σπουδών (πιστοποιητικό ή μεταπτυχιακούς τίτλους). Με προκλητικό τρόπο τονίζεται ότι ο ΑΣΕΠ δεν θα πραγματοποιείται για συγκεκριμένες θέσεις εργασίας, με αποτέλεσμα ακόμα και αν κάποιος πετύχει στο διαγωνισμό να παραμένει σε καθεστώς ομηρίας ή να οδηγείται σε νέο διαγωνισμό. Επί της ουσίας, οι τοποθετήσεις θα πραγματοποιούνται στη βάση όχι συγκεκριμένων θέσεων εργασίας, αλλά διαθέσιμων διδακτικών ωρών, πρακτική που διευκολύνει τη γενίκευση της ελαστικής εργασίας και υπονομεύει τη μονιμότητα της απασχόλησης.
Θέλει να εφαρμόσει την αξιολόγηση – χειραγώγηση – κατηγοριοποίηση των σχολείων και των εκπαιδευτικών, μέσω της αξιολόγησης της επίδοσης της σχολικής μονάδας από το σύλλογο, εισάγοντας το αυτοφακέλωμα (στο όνομα της συνυπευθυνότητας) και μετατρέποντας το σύλλογο των εργαζομένων σε .διοικητικό όργανο αξιολόγησης των πόρων (!!!), της επίδοσης των μαθητών και των ικανοτήτων των εκπαιδευτικών. Στην ουσία συμπυκνώνει όλους τους αντιδραστικού νόμους για την «Αξιολόγηση»-Διαβάθμισή μας, με στόχο την άρση της μονιμότητας και τη μισθολογική κατηγοριοποίηση των εκπαιδευτικών. Επαναφέρει τον Επιθεωρητή, με την παραπλανητική ορολογία του «Μέντορα», ο οποίος θα στέκεται ως επόπτης εργασίας για μια διετία στο σβέρκο του νεοδιόριστου και επονομαζόμενου «δόκιμου», δηλ του απειλούμενου άμεσα με απόλυση. Η αυτοαξιολόγηση όσο κι αν προσπαθεί να εμφανισθεί ως μορφή ελεύθερης αποτίμησης του εκπαιδευτικού έργου που γίνεται από τα ίδια τα σχολεία και τους εκπαιδευτικούς, είναι στην πραγματικότητα μια μορφή κρατικής αξιολόγησης και χειραγώγησης της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί καλούνται να γίνουν επιθεωρητές του εαυτού τους με κριτήρια και στόχους για το εκπαιδευτικό έργο που θέτουν το κράτος και η αγορά. Είναι συνήθως η μία πλευρά της αξιολόγησης που γίνεται στα εκπαιδευτικά συστήματα που κυριαρχούνται από τη νεοφιλελεύθερη λογική. Είναι η εσωτερική αξιολόγηση και συνήθως ακολουθεί η αξιολόγηση από εξωτερικούς κριτές. Τα ίδια τα θύματα της νεοφιλελεύθερης πολιτικής καλούνται μ΄ αυτή τη μέθοδο να αξιολογήσουν το βαθμό συμμόρφωσης τους στην αγοραία εκπαίδευση. Άρα καμιά αυταπάτη δεν θα πρέπει να υπάρχει για το περιεχόμενο και τις στοχεύσεις της .
Εισάγει ανοιχτά και προκλητικά τα ιδιωτικο-οικονομικά κριτήρια στη λειτουργία του σχολείου, στα πλαίσια της εφαρμογής του αντιδραστικού νόμου «Καλλικράτης», αφού απροκάλυπτα γίνεται λόγος για την αξιολόγηση των πόρων. Συρρικνώνεται επομένως τραγικά το κονδύλι του κρατικού προϋπολογισμού και αναζητούνται, πόροι από τους Ιδιωτικούς Φορείς, ενώ εδραιώνονται οι Συμπράξεις του Δημόσιου και Ιδιωτικού Χώρου (ΣΔΙΤ). Συνδέει όλη αυτή την επίθεση με το αντιλαϊκό πρόγραμμα «Σταθερής Φτώχειας» και οικονομικής εξαθλίωσης, σε συνθήκες πτώχευσης, με τη δράση Δ.Ν.Τ και Ε.Ε, όπως απαιτεί η κερδοφορία και ασυδοσία της ντόπιας πλουτοκρατίας, την οποία πιστά υπηρετεί η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, έχοντας τη συναίνεση όλου του αντιδραστικού φάσματος των δυνάμεων (ΝΔ-ΛΑΟΣ) που υπηρετούν τα συμφέροντα της οικονομικής ολιγαρχίας.
Τελευταία σχόλια